Σε ηλικία 96 ετών πέθανε ο πρώην καγκελάριος της Γερμανίας Χέλμουτ Σμιτ στο Αμβούργο. Ο Σμιτ πέθανε στο Αμβούργο το απόγευμα της Τρίτης. Διατέλεσε καγκελάριος της Δυτικής Γερμανίας από το 1974 έως το 1982 και στήριξε ενεργά την προσπάθεια της Ελλάδας να ενταχθεί στην ευρωπαϊκή οικογένεια.
Ο Χέλμουτ Χάινριχ Βάλντεμαρ Σμιτ (Helmut Heinrich Waldemar Schmidt, 23 Δεκεμβρίου 1918) είναι Γερμανόςπολιτικός του Σοσιαλδημοκρατικού κόμματος της Γερμανίας (SPD) που κατέλαβε υπουργικά αξιώματα ενώ διετέλεσε και καγκελάριος της Δυτικής Γερμανίας από το 1974 έως το 1982.
Ο Χέλμουτ Σμιτ, γιος δύο δασκάλων, γεννήθηκε στο Αμβούργο. Ο πατέρας του Χέλμουτ Σμιτ ήταν γιος ενός Εβραίου επιχειρηματία, αν και αυτό κρατήθηκε μυστικό στην οικογένεια. Αυτό επιβεβαιώθηκε δημόσια από τον Σμιτ το 1984.
Στις 27 Ιουνίου 1942 παντρεύτηκε την Hannelore «Loki» Glaser με την οποία απέκτησε δύο παιδιά: τον Helmut Walter (26 Ιουνίου 1944 - Φεβρουάριος 1945, πέθανε σε βρεφική ηλικία από μηνιγγίτιδα), και την Susanne (1947), η οποία εργάζεται στο Λονδίνο. Προς το τέλος του πολέμου, από τον Δεκέμβριο του 1944 και μετά, υπηρέτησε ως υπαξιωματικός πυροβολικού στο δυτικό μέτωπο. Συνελήφθη από τους Βρετανούς τον Απρίλιο του 1945 στοΛύνεμπουργκ και ήταν αιχμάλωτος πολέμου μέχρι τον Αύγουστο.
Ολοκλήρωσε την εκπαίδευσή του στο Αμβούργο, μελετώντας τα οικονομικά και την πολιτική επιστήμη. Το 1949έγινε μέλος του Σοσιαλδημοκρατικού κόμματος της Γερμανίας ενώ, νωρίτερα, στο διάστημα 1947-1948 ήταν ηγέτης της Sozialistische Deutsche Studentenbund (SDS), της οργάνωσης σπουδαστών της SPD. Εργάστηκε για την κυβέρνηση του κρατιδίου του Αμβούργου στο τμήμα οικονομικής πολιτικής. Αρχίζοντας το 1952 υπό τον Κάρλ Σίλερ (Karl Schiller), ήταν υπουργός Οικονομίας και Μεταφορών του Αμβούργου. Από το 1953 έως το 1962εργάστηκε για το SPD στην Ομοσπονδιακή Βουλή.
Εκλέχτηκε στην Ομοσπονδιακή Βουλή το 1953 και το 1958 ένωσε το εθνικό συμβούλιο της SPD (Bundesvorstand) για την εκστρατεία ενάντια στα πυρηνικά όπλα και τον εξοπλισμό του γερμανικού στρατού με τέτοια όπλα. Το1958 παραχώρησε την έδρα του στο κοινοβούλιο για να επικεντρωθεί στους στόχους του στο Αμβούργο. Από τις 27 Φεβρουαρίου 1958 μέχρι τις 29 Νοεμβρίου 1961 ήταν μέλος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, το οποίο δεν εκλέχτηκε άμεσα αυτό το χρόνο. Το 1961 έγινε υπουργός Εσωτερικών του Αμβούργου. Το 1965 επανεκλέχθηκε στην Ομοσπονδιακή Βουλή και τον Οκτώβριο του 1969 έγινε υπουργός Άμυνας υπό τον Βίλλυ Μπραντ.
Ανέλαβε καγκελάριος της Δυτικής Γερμανίας στις 16 Μαΐου 1974 μετά την παραίτηση του Μπραντ. Δραστηριοποιήθηκε επίσης στη βελτίωση των σχέσεων με τη Γαλλία και τον τότε πρόεδρό της Βαλερί Ζισκάρ Ντ' Εσταίν. Το 1975 υπογράφτηκε στο Ελσίνκι η τελική πράξη, με την οποία δημιουργήθηκε η Διάσκεψη για την Ασφάλεια και τη Συνεργασίας στην Ευρώπη (γνωστή και ως ΔΑΣΕ), η οποία εξελίχθηκε στον ΟΑΣΕ.[1] Παρέμεινε καγκελάριος μετά από τις εκλογές του 1976 σε κυβέρνηση συνασπισμού με το FDP.
Η πολιτική εναντίον της τρομοκρατικής Φράξια Κόκκινος Στρατός ήταν αντίσταση με καμία γραμμή συμβιβασμού. Συγκεκριμένα, επέτρεψε στην αντιτρομοκρατική μονάδα GSG 9 να τελειώσει την πειρατεία του αεροσκάφους Landshut της Lufthansa το φθινόπωρο του 1977. Συνέδεσε το πολιτικό μέλλον του έντονα με την επέκταση του ΝΑΤΟ μετά από τη σοβιετική εισβολή στο Αφγανιστάν.
Ήταν ο σημαντικότερος υποστηρικτής τις ένταξης της Ελλάδος στην ΕΟΚ, η οποία πραγματοποιήθηκε τελικά το 1981. Τον συνέδεε στενή φιλία με τον Κωνσταντίνο Καραμανλή. Στην αρχή ο Σμιτ ήταν ενεργά αντίθετος στην ελληνική ένταξη, γι αυτό ο Κωνσταντίνος Καραμανλής ζήτησε να τον συναντήσει προσωπικά. Σε όλη τη διάρκεια της συζήτησης ο Γερμανός καγκελάριος παρέμενε ανένδοτος στην αρνητική του θέση. Κάποια στιγμή, ο Καραμανλής σηκώνεται όρθιος και του λέει: "Καλώς, αφού δεν αλλάζετε γνώμη, θα βγω έξω στους δημοσιογράφους και θα πω ότι η χώρα που αιματοκύλισε δυο φορές την Ευρώπη μέσα στον 20ό αιώνα, αρνείται την είσοδο στην ΕΟΚ της χώρας που κληροδότησε τη Δημοκρατία στην Ανθρωπότητα". Αιφνιδιασμένος ο Σμιτ, συνέχισε τη συζήτηση κι απέτρεψε τον Καραμανλή από την έξοδο προς το χώρο των δημοσιογράφων. Μετά τη λήξη αυτής της συνάντησης ο Σμιτ έγινε θερμός υποστηρικτής των ελληνικών προσπαθειών.
Τον Φεβρουάριο του 1982 κέρδισε ψήφο εμπιστοσύνης στο κοινοβούλιο, εντούτοις τον Σεπτέμβριο του ίδιου έτους τέσσερις υπουργοί της FDP απομακρύνθηκαν από τον συνασπισμό. Μετά από άκαρπες προσπάθειες να παραμείνει με μια κυβέρνηση μειοψηφίας (που αποτελούνταν μόνο από τα μέλη της SPD), αναγκάστηκε να παραιτηθεί όταν την 1η Οκτωβρίου, μετά από ψηφοφορία, δεν ανανεώθηκε η εμπιστοσύνη της Βουλής. Αποσύρθηκε από την Ομοσπονδιακή Βουλή το 1986 αλλά παρέμεινε πολιτικά ενεργός. Τον Δεκέμβριο του 1986 ήταν ένας από τους ιδρυτές της επιτροπής που υποστηρίζει την ΟΝΕ και τη δημιουργία της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.-